"Οι αστικές επαναστάσεις, σαν τις επαναστάσεις του δέκατου όγδοου αιώνα, ορμούν γρήγορα από επιτυχία σε επιτυχία, τα δραματικά τους αποτελέσματα ξεπερνούν το ένα το άλλο, άνθρωποι και πράγματα φαίνονται σαν σε φωτιές διαμαντιών. Η έκσταση είναι το πνεύμα κάθε ημέρας. Μα η ζωή τους είναι μικρή. Σε λίγο φτάνουν κι όλας στο ανώτατο σημείο τους και μια μακρυά αποχαύνωση κυριεύει ύστερα την κοινωνία πριν μάθει να αφομειώνει νηφάλια τα αποτελέσματα της ορμητικής και θυελλώδικης εποχής της.

Αντίθετα οι προλεταριακές επαναστάσεις, όπως οι επαναστάσεις του δέκατου ένατου αιώνα, κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε στιγμή την πορεία τους, γυρίζουν πάλι σε εκείνο που φαίνεται πως έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, χλευάζουν με ωμή ακρίβεια τις ασυνέπειες, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες που παρουσιάζουν οι πρώτες δοκιμές τους, φαίνονται πως ξαπλώνουν κάτω τον αντίπαλό τους μόνο για να αντλήσει καινούργιες δυνάμεις από τη γη και να σηκωθεί μπροστά τους πιο γιγάντιος, οπισθοχωρούν ολοένα μπροστά στην απροσδιόριστη απεραντοσύνη των ίδιων των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθούν οι όροι που κάνουν αδύνατο κάθε πισωγύρισμα και οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν: Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα".

Κ. Μάρξ. 18η Μπρυμέρ

Σημαντικά πολιτικά γεγονότα

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Ο νόμος πλαίσιο του σοσιαλφασισμού: η αντιμεταρρύθμιση μεταμφιεσμένη σε μεταρρύθμιση

Το σχέδιο νόμου πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση, που χαρακτηρίστηκε από τον πρωθυπουργό στο υπουργικό συμβούλιο ως ιστορικής σημασίας, έρχεται στην πραγματικότητα να βάλει την ταφόπλακα της ανώτατης εκπαίδευσης. Και μόνο το γεγονός ότι δίνει έμμεσα τις εισαγωγικές εξετάσεις από το λύκειο στα πανεπιστήμια στην φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ αρκεί για να χαρακτηριστεί αυτός ο νόμος ως ο νόμος πλαίσιο του σοσιαλφασισμού. Αυτός ο νόμος σημαίνει ότι ο κάθε συνδικαλιστής καρπαζοεισπράχτορας πρύτανης, ο κάθε ισορροπιστής κοσμήτορας και η κάθε διεφθαρμένη καθηγητική γραφειοκρατία της συναλλαγής και του ρουσφετιού που ελέγχει τη διοίκηση του πανεπιστημίου, που περνάει και κόβει φοιτητές σύμφωνα με τους καταλόγους που της παραδίδουν οι εξίσου διεφθαρμένες φοιτητικές παρατάξεις για να εξαγοράσει ψήφους με βαθμούς, θα διενεργήσει εξετάσεις κατάταξης στα τμήματα των πανεπιστημιακών σχολών. Δηλαδή μετά το πρώτο έτος σπουδών όπου ο φοιτητής θα έχει μπει με το γνωστό σύστημα εξετάσεων σε μια συγκεκριμένη σχολή θα δίνει εξετάσεις μέσα στη σχολή για να μπει στο συγκεκριμένο τμήμα που θέλει. Δηλαδή θα μπαίνει με κανονικές εξετάσεις στη Φυσικομαθηματική σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας για να κάνει την πρώτη χρονιά του σπουδών και μετά την πρώτη χρονιά θα δίνει εξετάσεις εντός του Πανεπιστημίου και θα μπαίνει στο φυσικό τμήμα ή στο μαθηματικό τμήμα, δηλαδή θα δίνει εξετάσεις υπό την κυριαρχία του καθεστώτος της ΠOΣΔΕΠ!
Φαινομενικά, περιέργως, σε ευθεία σύγκρουση με αυτήν την παράδοση των εισαγωγικών εξετάσεων στην ΠΟΣΔΕΠ έρχεται ένα άλλο βασικό θετικό σημείο του νομοσχεδίου της Διαμαντοπούλου που αφαιρεί τη διοίκηση των ανώτατων ιδρυμάτων από την φαιοκόκκινη καθηγητική γραφειοκρατία και τις τραμπούκικες φοιτητικές παρατάξεις και τη δίνει σε ένα δεκαπενταμελές Συμβούλιο που το μισό αποτελείται από επιστήμονες εκτός του συγκεκριμένου ιδρύματος. Κάθε προοδευτικός άνθρωπος θα συμφωνούσε με αυτό το μέτρο. Όμως την ίδια ημέρα της έγκρισης του σχεδίου νόμου από το υπουργικό συμβούλιο, η Διαμαντοπούλου, σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής, είχε ήδη συναντηθεί με τους πρυτάνεις και έπαιρνε ουσιαστικά πίσω την νέα διάταξη ενώ αυτή ψηφίστηκε στη συνέχεια από το υπουργικό συμβούλιο!
 

Επίσης υιοθετούν στο σχέδιο νόμου τα τετραετή προγράμματα αξιολόγησης ως βασικό πυλώνα της νέας μεταρρύθμισης! Αυτά είναι θεμέλιο της προηγούμενης και κάθε προοδευτικής μεταρρύθμισης και είναι το μόνο θετικό που άφησε τυπικά και μόνο ο Καραμανλής στον ισχύοντα σήμερα νόμο πλαίσιο της Γιαννάκου. Όμως, οι Παπανδρέου και Διαμαντοπούλου δεν τα εφάρμοσαν, όπως ακριβώς τα σαμπόταρε και ο Καραμανλής. Αυτό το πετύχανε κόβοντας τα κονδύλια της αξιολόγησης (εννοούμε πάντα της αξιολόγηση των ιδρυμάτων και όχι την ατομική αξιολόγηση των καθηγητών που ήταν ένα πολύ επαναστατικό μέτρο για να μπορεί να περάσει ακόμα και στα λόγια σε έναν νόμο) !!
Δηλαδή δεν εφαρμόστηκε από την Διαμαντοπούλου η αξιολόγηση που είναι και η προϋπόθεση εφαρμογής των τετραετών προγραμμάτων σπουδών. Αξιολογήσεις έγιναν ελάχιστες, όπως θα δούμε. Στο νομοσχέδιο η Διαμαντοπούλου αναβαθμίζει τάχα τις αξιολογήσεις των τμημάτων σχολών και ιδρυμάτων από συμβουλευτικές τάχα σε πιστοποιήσεις των σπουδών και των ιδρυμάτων! Πρόκειται για απάτη. Πουθενά ο υπάρχων νόμος δεν έλεγε ότι οι αξιολογήσεις ήταν συμβουλευτικές. Οι αξιολογήσεις είχαν και έχουν ουσιαστικό και αποφασιστικό χαρακτήρα γιατί ήταν και είναι προϋπόθεση του σημερινού ισχύοντος νόμου πλαίσιο της Γιαννάκου για την εφαρμογή των τετραετών.
Με σαμποταρισμένα λοιπόν τα τετραετή προγράμματα αξιολόγησης και ανάπτυξης των πανεπιστημίων από την Διαμαντοπούλου, που σαν τετραετή είναι τα προγράμματα που εντάσσουν ουσιαστικά τα ελληνικά πανεπιστήμια στον ανώτατο χώρο ευρωπαϊκής εκπαίδευσης, το νέο σχέδιο νόμου προβλέπει τα τετραετή και σπεκουλάρει στην ένταξη τάχα των πανεπιστημίων στον ευρωπαϊκό και διεθνή επιστημονικοτεχνικό καταμερισμό! Όμως η πράξη μετράει και γι αυτό δεν πιστεύουμε τις παπαρδέλες του ρωσόδουλου πρωθυπουργού. Ο λύκος το τομάρι του δεν το αλλάζει.
Ταυτόχρονα αντί να επιβάλλει το νομοσχέδιο την τριετή φοίτηση στη θέση της τετραετούς για την λήψη του πτυχίου, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την σύγκριση των σπουδών στην ΕΕ και την αναγνώριση κοινών προσόντων και δικαιωμάτων, την αφήνει στην διακριτική ευχέρεια των σχολών. Αν θέλουν το κάνουν!
 Είναι φανερό ότι ο προβοκάτορας Παπανδρέου και η υπάλληλός του δειλή φιλοευρωπαία και ουσιαστικά καιροσκόπος Διαμαντοπούλου αποπροσανατολίζουν και εξαπατούν. Και μπορούν να το κάνουν γιατί δεν έχει συγκροτηθεί ο δημοκρατικός πόλος στην εκπαίδευση που θα τους ξεσκεπάσει και θα αντιπαρατεθεί στο όργανο της ρώσικης πολιτικής, στο φαιοκόκκινο μέτωπο της εκπαίδευσης. Οι ακαδημαϊσμοί, η απόσυρση δηλαδή των καθηγητών στο προστατευτικό κέλυφος του ιδρύματος, μακριά από το λαό, δεν βοηθούν. Η απόλυτη αλήθεια, το απόλυτο ιδανικό είναι το συμφέρον του λαού και του έθνους γιατί ακριβώς είναι η ζωή των μαζών που έχει απόλυτη αξία και την υπονομεύει το σαμποταριστικό καθεστώς των προδοτών. Στην προδοσία των εργαζομένων, της χώρας και του έθνους, στο σαμποτάρισμα της μεγαλύτερης παραγωγικής και πνευματικής δύναμης της κοινωνίας, στην εκπαίδευση, η απάντηση δεν είναι ο ακαδημαϊσμός, ούτε και η  παραίτηση. Ο καθένας μπορεί να αναρωτηθεί ποιοι είναι αυτοί και ποιος ο ρόλος τους, πως μπορούν και παίζουν με την εκπαίδευση. Πως είναι δυνατόν μια κοινωνία να ανέχεται αισχρές μειοψηφίες παλιανθρώπων ως ηγετικές πνευματικές φυσιογνωμίες.
 Το προσχέδιο νόμου έχει, πάντα στα λόγια, διάφορα θετικά σημεία στα οποία δεν μπορούμε να δώσουμε καμιά βάση. Γι’ αυτό και δεν θα ασχοληθούμε συστηματικά. Η πείρα λέει ότι και το πιο θετικό μέτρο στρέφεται στο τέλος από το σοσιαλφασισμό και τους πρωθυπουργούς του ενάντια στα συμφέροντα των εκπαιδευόμενων, της εκπαίδευσης, του λαού και της χώρας. Αυτό έγινε και με τον γενικά θετικό νόμο πλαίσιο της Γιαννάκου. Το ίδιο κάνουν και ο Παπανδρέου με τα δύο σοσιαλφασιστικά τέρατα ψευτοΚΚΕ, ΣΥΝ και τον Σαμαρά. Σαν παράδειγμα το νομοσχέδιο προβλέπει ένα θετικό μέτρο που είναι η δημιουργία σχολών δια βίου εκπαίδευσης και εξ αποστάσεως μονοετούς και διετούς διάρκειας. Ακόμα και αν ξεπεραστεί το εμπόδιο του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ που δεν θέλουν δια βίου εκπαίδευση αλλά δια βίου γραφειοκρατική στασιμότητα και αποσύνθεση, ακόμα και αν η ΕΕ δώσει ντιρεχτίβα γι’ αυτό, χωρίς έναν οργανωμένο δημοκρατικό πόλο στην βάση της εκπαίδευσης από φοιτητές και εκπαιδευτικούς που θα αντισταθεί, οι σχολές της διά βίου εκπαίδευσης θα υπηρετήσουν τελικά τα συμφέροντα του φαιοκόκκινου μετώπου. Γιατί αυτές οι σχολές είτε θα γίνουν σε περιοχές μικρής ζήτησης είτε θα δώσουν άφθονες νέες θέσεις στην σάπια κρατικοκομματική γραφειοκρατία, είτε θα δημιουργηθούν με αντικείμενα χωρίς ζήτηση, είτε θα υπάρξει ένας συνδυασμός από όλα αυτά κλπ.

Η υπουργός παιδείας δίνει τις εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια στη φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ

Το βασικό ζήτημα που έθετε το κείμενο διαβούλευσης του νόμου πλαίσιο της Διαμαντοπούλου για τα ΑΕΙ ήταν να δοθούν οι εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια στην ΠΟΣΔΕΠ.  Σύμφωνα με εκείνη την πρόταση οι υποψήφιοι φοιτητές θα εισάγονταν σε Σχολή και όχι σε Τμήμα. Θα παρακολουθούσαν ένα κοινό έτος σπουδών και θα κατατάσσονταν στη συνέχεια  σε ένα από τα τμήματα της δοσμένης σχολής με εξετάσεις. Η παράδοση των εξετάσεων αυτών από το κράτος στην φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ, με την οποία συμφωνούν η ΠΟΣΔΕΠ, η ΟΛΜΕ, ο Σαμαράς, η Δημοκρατική Συμμαχία, το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ, (τα δύο τελευταία με ένα σχολιασμό περί μετάθεσης των φροντιστηρίων στα πανεπιστήμια) θα ήταν  όπως είχαμε πει τότε η βάση της μεγαλύτερης μαζικής διαφθοράς, του πιο μαζικού χρηματισμού και της κορύφωσης της φασιστικής εξουσίας του κρατικοκομματικού στρατού στην εκπαίδευση. Στην ουσία με αυτό το σύστημα οι εξετάσεις μέσα στις σχολές στο τέλος του πρώτου έτους υπό την ηγεσία της διεφθαρμένης ΠΟΣΔΕΠ θα αντικαταστήσουν σε μεγάλο βαθμό τις σημερινές εισαγωγικές εξετάσεις που γίνονται με σχετικά αδιάβλητες κρατικές διαδικασίες.
Στο σημερινό σχέδιο νόμου δίνεται η δυνατότητα, σε όσες σχολές επιθυμούν, να αναλαμβάνουν τις εισαγωγικές εξετάσεις στα τμήματα των διαφόρων σχολών, τις εξετάσεις στην ουσία στα πανεπιστήμια! Το νομοσχέδιο γράφει: «Η κοσμητεία έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και όσες άλλες προβλέπονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού ….Την κατάταξη των φοιτητών στα προγράμματα σπουδών, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του γενικού προγράμματος σπουδών του πρώτου ακαδημαϊκού έτους, εφ’ όσον προβλέπεται. Για την κατάταξη λαμβάνονται υπόψη η βαθμολογία των εισαγωγικών εξετάσεων, οι επιδόσεις των φοιτητών στο πρώτο ακαδημαϊκό έτος και οι προτιμήσεις». Στην κοσμητεία εκτός από τον κοσμήτορα συμμετέχουν οι διευθυντές των προγραμμάτων σπουδών και ένα φοιτητής. Φοιτητής αναλαμβάνει εξετάσεις; Είναι φυσικό που ο ρωσόδουλος Σαμαράς κριτικάρει το σχέδιο νόμου γιατί δεν δίνει άμεσα παρά έμεσα τις εισαγωγικές εξετάσεις στην φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ!
Πρέπει να σημειωθεί ότι η παράδοση των εισαγωγικών εξετάσεων στην φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ και στους συμμάχους, που θα είναι και το τέλος του πανεπιστήμιου και της μέσης εκπαίδευσης,  δεν σχολιάζεται ούτε από τα ΜΜΕ, ούτε φυσικά από την πουλημένη ΟΛΜΕ, την μαζική αυτή συνιστώσα του φαιοκόκκινου μετώπου της εκπαίδευσης, ούτε και από τους φιλελεύθερους και γενικά δημοκρατικούς καθηγητές. Αντίθετα αυτοί εμφανίζονται και με υπογραφές υποστήριξης του σχεδίου νόμου.  Η πολιτική αφέλεια στην οποία οδηγεί ο ακαδημαϊσμός είναι χαρακτηριστική.

Η αφαίρεση στα λόγια της διοίκησης από την φαιοκόκκινη ΠΟΣΔΕΠ και η ταυτόχρονη αμφισβήτησή αυτής της αφαίρεσης από την υπουργό


Σωστά αφαιρεί το προσχέδιο-στα λόγια πάντα- τη διοίκηση και την οικονομική διαχείριση του πανεπιστημίου από το «μέτωπο παιδείας», δηλαδή από τον κατοχικό στρατό της ΠΟΣΔΕΠ και των τραμπούκικων φοιτητικών παρατάξεων και την δίνει σε ένα 15μελές Συμβούλιο. Αυτό αποτελείται για τα μεγάλα ιδρύματα από εφτά εκλεγμένους καθηγητές του ιδρύματος ένα φοιτητή και από εφτά πρόσωπα εκτός του πανεπιστημίου. Σημειώνουμε ότι εκτός από δύο χώρες της ΕΕ το σύστημα διοίκησης των πανεπιστημίων βασίζεται σε ανάλογο Συμβούλιο με αυτό που εισάγει η Διαμαντοπούλου.
Τι σημαίνει θεωρητικά αυτή η αφαίρεση της διοίκησης; Τι υπόσχεται δηλαδή ο προβοκάτορας Παπανδρέου και η συνένοχη υπουργός στην εκπαίδευση και στο λαό με αυτή την αφαίρεση της διοίκησης; Δεν υπόσχονται την αποκατάσταση της δημοκρατίας στο εσωτερικό της εκπαίδευσης; Αυτό υπόσχονται. Όμως στις 12/7  που συνεδρίαζε το υπουργικό συμβούλιο για την έγκριση του νομοσχεδίου και πριν την συνεδρίαση, η Καθημερινή ανακοίνωνε ότι η υπουργός παιδείας δήλωσε ότι θα επιστρέψει τη διοίκηση των Πανεπιστημίων από το 15μελές Συμβούλιο στον πρύτανη και επομένως  στον εσωτερικό κατοχικό στρατό των πανεπιστημίων, την ΠΟΣΔΕΠ και τις τραμπούκικες φοιτητικές παρατάξεις. Γράφει η Καθημερινή: «Μεταφορά αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου Ιδρύματος στη Σύγκλητο προκρίνει το υπουργείο Παιδείας όσον αφορά στις ρυθμίσεις του ν/σ για τα ΑΕΙ, το οποίο θα παρουσιαστεί σήμερα στο υπουργικό συμβούλιο». Η προαναγγελθείσα αλλαγή όμως δεν πέρασε στο κείμενο του νομοσχέδιου και το υπουργικό συμβούλιο ψήφισε το αρχικό νομοσχέδιο! Αυτό που έχουμε να δείξουμε εμείς είναι οι σκοτεινές διαδικασίες εξαπάτησης, αποπροσανατολισμού και απόκρυψης της σαμποταριστικής πολιτικής του Παπανδρέου από την εκπαίδευση και το λαό.
Γι’ αυτό και θα εκθέσουμε παρακάτω  το τι περιέχει το νομοσχέδιο- στα λόγια δηλαδή- για την αφαίρεση της διοίκησης από την καθηγητική γραφειοκρατία, Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η ΠΟΣΔΕΠ, οι Πρυτάνεις και η αντιπολίτευση αντιτίθενται στο νομοσχέδιο. Ο λόγος βέβαια για τον οποίο όλοι αυτοί δεν ουρλιάζουν και δεν κατεβάζουν τον κόσμο τους στο δρόμο είναι ότι δεν πιστεύουν ότι το υπουργείο Παιδείας εννοεί αυτά που γράφει στο νομοσχέδιο. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου ο μέχρι σήμερα πρύτανης- συνδικαλιστής, που εκλέγονταν με καθολική ψηφοφορία του εκπαιδευτικού προσωπικού και των φοιτητών- ο εκφραστής δηλαδή της εξουσίας της μειοψηφικής καθηγητικής γραφειοκρατίας και των φοιτητικών παρατάξεων που ενώνονται ανεξάρτητα από κομματική προέλευση πάνω στην γραμμή  του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ- διορίζεται ελέγχεται και παύεται από αυτό το 15μελές Συμβούλιο Ιδρύματος. Ο πρύτανης περιορίζεται στην εκτέλεση των αποφάσεων του Συμβουλίου-αποφάσεις που μέχρι σήμερα τις έπαιρνε αυτός και η Σύγκλητος- και η δικαιοδοσία του αναγνωρίζεται μόνο στο καθαρά ακαδημαϊκό πεδίο της διδασκαλίας και της έρευνας. Στο ίδιο πλαίσιο περιορίζονται και οι αρμοδιότητες της συγκλήτου, των κοσμητόρων που και αυτοί διορίζονται από το Συμβούλιο και γενικά όλης της καθηγητικής διοικητικής ιεραρχίας. Ακόμα και τον Διευθυντή του ιδρύματος τον διορίζει το 15μελές Συμβούλιο. Αυτό το Συμβούλιο καταρτίζει και τον Οργανισμό και ψηφίζει τον εσωτερικό κανονισμό του ιδρύματος.  Επίσης το προσχέδιο προβλέπει την σύσταση ενός Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου που θα λειτουργεί ως Ανώνυμη Εταιρεία και θα διαχειρίζεται τα οικονομικά του πανεπιστημίου εκτός από τις δημόσιες επενδύσεις και γενικά τα κρατικά λεφτά. Τα λεφτά των προγραμμάτων, δωρεές, επενδύσεις ( μη κρατικές), οικονομικές συμφωνίες, εισοδήματα, περιουσία, πνευματικά δικαιώματα και ευρεσιτεχνίες και όπως είναι αυτονόητο και οι συναλλαγές με την ΕΕ θα πραγματοποιούνται από το ίδρυμα ως ΝΠΙΔ. Τα τέσσερα από τα εφτά μέλη του συμβουλίου του ΝΠΙΔ θα διορίζονται από το Συμβούλιο του πανεπιστημίου, το ίδιο και ο  Διευθύνων Σύμβουλός του. Έτσι ελέγχεται μεταξύ των άλλων και η οικονομική διαχείριση από το Συμβούλιο.
 Το 15μελές Συμβούλιο του πανεπιστημίου που αναλαμβάνει τη διοίκηση του πανεπιστημίου χαράζει και ασκεί την πολιτική ανάπτυξης του ιδρύματος, προωθεί την ένταξή του στον διεθνή και ευρωπαϊκό επιστημονικό και εργασιακό καταμερισμό, συνδέει το πανεπιστήμιο και τις σπουδές με την παραγωγή και την κοινωνία και ελέγχει τα μέχρι σήμερα καθηγητικά όργανα διοικητικών αποφάσεων, που μετατρέπονται με το νόμο σε συμβουλευτικά και εκτελεστικά όργανα, ως προς την εφαρμογή των αποφάσεων του Συμβουλίου.

Το καθεστώς ενάντια στην αφαίρεση της διοίκησης από το φαιοκόκκινο μέτωπο της παιδείας

Η σοσιαλφασιστική ΠΟΣΔΕΠ, οι νονοί δηλαδή της πανεπιστημιακής βίας,  μεταμφιεσμένοι σε οπαδούς του διαλόγου, το μόνο που έχουν να πουν στην ανακοίνωσή τους για το σχέδιο νόμου είναι ότι η καθηγητική γραφειοκρατία που κατεδάφισε τα πανεπιστήμια, η ίδια δηλαδή, τα κατάφερε καλά και γι’ αυτό πρέπει να συνεχίσει να κρατά και την διοίκηση στο πανεπιστήμιο.  «Η διοίκηση», λένε, «θα πρέπει να ασκείται κατά κύριο λόγο από τον Πρύτανη και τη Σύγκλητο του Ιδρύματος. Όλα τα μονοπρόσωπα όργανα (Πρύτανης,Κοσμήτορες, Πρόεδροι κλπ) θα πρέπει να εκλέγονται από τα μέλη ΔΕΠ του αντίστοιχου σώματος, χωρίς κανένα αποκλεισμό των βαθμίδων. Το Συμβούλιο του Ιδρύματος θα πρέπει να έχει κυρίως συμβουλευτικό και ελεγκτικό ρόλο». Η ανακοίνωση των πρυτάνεων, εγκαθέτων ή καρπαζοεισπρακτόρων λέει τα ίδια.
Το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΝ εξαπέλυσαν με τη βοήθεια των ΜΜΕ, που τους προσφέρθηκαν άφθονα για το σκοπό αυτό, μια γκεμπελική εκστρατεία ενάντια στην αφαίρεση της διοίκησής τους στα ΑΕΙ κατηγορώντας την μνημονιακή κυβέρνηση, δηλαδή την ΕΕ και την τρόικα για την «ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων, για το τέλος της ακαδημαϊκότητας και της γνώσης, για τα οικονομικά βάρη της οικογένειας» κλπ. Το σύνθημα που ήδη διαμορφώθηκε από τον ΣΥΝ και το ψευτοΚΚΕ είναι «κάτω ο νόμος πλαίσιο της ΕΕ της τρόικα και του κεφαλαίου, κάτω οι προδότες φιλομνημονιακοί υποστηρικτές του νόμου». Ο Παπανδρέου έβαλε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να υποστηρίξει ανοιχτά την μεταβίβαση της διοικητικής εξουσίας στο 15μελές συμβούλιο και έφερε το προσχέδιο νόμου στο υπουργικό συμβούλιο και εγκρίθηκε, με την αφαίρεση της διοίκησης από την γραφειοκρατία, χωρίς όμως ο ίδιος να την υποστηρίξει. Ταυτόχρονα παρέπεμψε τον Τσίπρα να συνεννοηθεί με τον σοσιαλφασίστα πρωθυπουργεύοντα Βενιζέλο, εχθρό κάθε προοδευτικής μεταρρύθμισης στην εκπαίδευση και παντού αλλού! Συνάντηση με τον Βενιζέλο ζήτησαν επίσης και οι πρυτάνεις. Ο Σαμαράς επίσης υποστήριξε καθαρά την εξουσία του σοσιαλφασισμού ενάντια στο 15μελές και ζήτησε την αλλαγή της ημερομηνίας ψήφισης στο τέλος του Αυγούστου, για να υπάρχει τάχα χρόνος διαβουλεύσεων.  Η Δημοκρατική Αριστερά, ως η νέα ΠΟΣΔΕΠ του «διαλόγου», συμφωνεί όπως λέει με το σχέδιο νόμου αλλά διαφωνεί μόνο…με την μεταβίβαση της διοίκησης από τους δικούς της, της ΠΟΣΔΕΠ δηλαδή, στο 15μελές.
Το ερώτημα είναι το εξής: Γιατί από τη μια ο Παπανδρέου βάζει το 15μελές στο νομοσχέδιο και από την άλλη γιατί ή ίδια η υπουργός το θέτει σε ευθεία αμφισβήτηση μιλώντας με τους πρυτάνεις; Η μία πιθανή εξήγηση είναι ότι το Συμβούλιο μπήκε σαν μια κάλυψη στην ΕΕ ότι τάχα πολύ θα το ήθελε η «φιλοευρωπαϊκή» ελληνική κυβέρνηση αλλά τελικά δεν μπόρεσε να το περάσει. Η άλλη πιθανή εξήγηση που άλλωστε δεν αναιρεί την προηγούμενη είναι ότι γίνεται για να δώσει στους ρωσόδουλους τη δυνατότητα να συνεισφέρουν σε μια καλή αντιευρωπαϊκή προβοκάτσια το Σεπτέμβρη. Συγκεκριμένα το Σεπτέμβρη το ρωσόδουλο καθεστώς  θα δώσει τη μεγάλη του παγκόσμια μάχη ώστε να φέρει την ΕΕ στην απόλυτη αδυναμία να διαχειριστεί το ελληνικό χρέος και να υποχρεωθεί τελικά να εκδώσει ευρωομόλογα δηλαδή να δανειστεί και να εξαρτηθεί από την Κίνα και τη Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο που οι πρυτάνεις και ο Σαμαράς, η Δημοκρατική Αριστερά και κάθε «λογική» φωνή «έπεισαν» τον προβοκάτορα Παπανδρέου, για να υπάρχει τάχα χρόνος για την μελέτη του πολυσυζητημένου νομοσχεδίου, να μεταθέσει την ψηφοφορία του στο τέλος Αυγούστου αρχές Σεπτεμβρίου, από τις 20 Αυγούστου που είχε αρχικά προγραμματιστεί, τότε δηλαδή που τα τάγματα εφόδου είναι σε διακοπές! Αντίθετα στις αρχές Σεπτεμβρίου τα τάγματα μαζί με τους σπασιματίες αναρχοφασίστες θα έχουν τη δυνατότητα να κάψουν τα πανεπιστήμια και την Αθήνα και να στείλουν άλλη μια εικόνα του «επαναστατημένου» λαού στους  αμήχανους και τρομοκρατημένους ευρωπαίους ηγέτες.
Το σαμποτάρισμα των τετραετών προγραμμάτων ανάπτυξης των ΑΕΙ του ισχύοντος νόμου  και το σαμποτάρισμα κάθε εθνικής στρατηγικής ανάπτυξης της ανώτατης εκπαίδευσης
Το τελευταίο οχυρό της προηγούμενης μεταρρύθμισης ήταν η εφαρμογή των τετραετών προγραμμάτων ανάπτυξης των πανεπιστημίων. Είναι ότι απέμεινε από τον νόμο της Γιαννάκου μετά τις παρεμβάσεις του Καραμανλή. Πρόκειται για το σχέδιο που οργανώνει την φυσιογνωμία και την αποστολή του ιδρύματος, την ένταξη του και επομένως την σύγκριση του και την αναγνώρισή του στον ευρωπαϊκό και διεθνή επιστημονικό χώρο, και έτσι προσδιορίζει τα μέτρα στρατηγικής ανάπτυξης της διδασκαλίας και της έρευνας στη σύνδεσή τους με την παγκόσμια κοινότητα. Τα τετραετή προγράμματα ανάπτυξης προϋποθέτουν επομένως την εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση, την πυξίδα δηλαδή για την εκτίμηση της πορείας του κάθε ιδρύματος.
Όπως είχαμε  προβλέψει, τα τετραετή που τα επέτρεψε ο σαμποταριστής Καραμανλής ως το μόνο  θετικό μέτρο στο νόμο πλαίσιο της Γιαννάκου,  σαμποταρίστηκαν στην πράξη πρώτα απ’ όλα από τον ίδιο και στη συνέχεια μέχρι σήμερα και από τον Παπανδρέου. Οι πρυτάνεις και το «κίνημα παιδείας» αφού άσκησαν τόση βία ενάντια στο τετραετές, κάνουν από τότε μέχρι σήμερα την πάπια αφού οι πρωθυπουργοί τους απαγόρευαν να δοθούν χρήματα για την εξωτερική αξιολόγηση των πανεπιστημίων και επομένως ακύρωναν έμμεσα και στην πράξη κάθε εθνική στρατηγική ανάπτυξης της ανώτατης παιδείας και ένταξης της στον ενιαίο χώρο ανώτατης εκπαίδευσης της ΕΕ και παγκόσμια!  Έτσι σύμφωνα με την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας  Α.ΔΙ.Π  το 2008 αξιολογήθηκαν εξωτερικά 5 τμήματα από όλα τα πανεπιστήμια, το 2009 κανένα, το 2010 16 τμήματα ΑΕΙ και 19 των ΤΕΙ, και το 2011 12 τμήματα ΑΕΙ και 6 των ΤΕΙ! Σύμφωνα με δημοσίευμα των ΝΕΩΝ «Ωστόσο, καθώς η κάθε εξωτερική αξιολόγηση κοστίζει περίπου 20.000 ευρώ και συνολικά η ΑΔΙΠ χρειάζεται 8,5 εκατ. ευρώ για όλα τα τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας, κανείς δεν ξέρει πότε θα συνεχιστούν οι επόμενες αξιολογήσεις, αφού τα χρήματα δεν έχουν ακόμα βρεθεί...».Δηλαδή το υπουργείο νομοθετεί σήμερα για άλλη μια φορά τα τετραετή προγράμματα ανάπτυξης και οι πρωθυπουργοί απαγορεύουν στην πράξη την εφαρμογή τους! 
Η Διαμαντοπούλου στο υπουργικό συμβούλιο αλλά και στον τύπο μιλάει για θεσμοθετημένη αξιολόγηση εξωτερική και εσωτερική των ιδρυμάτων σε αντίθεση με τη συμβουλευτική τάχα του ισχύοντος νόμου πλαίσιο. Πρόκειται για νομικισμούς όπως είπαμε για να κρύψει το σαμποτάρισμα των τετραετών.
Η Διαμαντοπούλου είπε στο υπουργικό συμβούλιο: «Οι διαδικασίες αξιολόγησης της ποιότητας που έχουν εισαχθεί από το 2005 γίνονται πιο ουσιαστικές, καλύτερα στοχευμένες και πιο αποτελεσματικές.
Από συμβουλευτικές για τα ιδρύματα και τις διοικήσεις τους, οι διαδικασίες αξιολόγησης μετατρέπονται σε διαδικασίες πιστοποίησης
των προγραμμάτων σπουδών και 
των εσωτερικών συστημάτων διασφάλισης της ποιότητας κάθε ιδρύματος.
Η ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας (ΑΔΙΠ) που θεσμοθετήθηκε το 2005 μετεξελίσσεται και αναλαμβάνει την αρμοδιότητα για την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών και των εσωτερικών συστημάτων διασφάλισης της ποιότητας των ιδρυμάτων».
 Ο ισχύων όμως νόμος πλαίσιο 3549/2007 αναφέρει: «Για την εκτίμηση της πρότασης για το ακαδημαϊκό αναπτυξιακό  πρόγραμμα εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων λαμβάνεται υπόψη ιδίως η συμμόρφωση προς τα αποτελέσματα της διαδικασίας αξιολόγησης σύμφωνα με τον ν.3374/2005 (ΦΕΚ 189΄).» Ο τελευταίος νόμος αφορά στην εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των πανεπιστημίων και όπως βλέπουμε επιβάλει τη συμμόρφωση προς τα αποτελέσματα αξιολόγησης. Η αξιολόγηση του νόμου δεν είναι συμβουλευτική.  
Ο σοσιαλφασισμός δεν θέλει την εσωτερική και την εξωτερική αξιολόγηση τμημάτων σχολών και ιδρυμάτων, γιατί χωρίς αυτή καταργείται στην πράξη το τετραετές αναπτυξιακό πρόγραμμα του κάθε ιδρύματος. Ειδικά χωρίς εξωτερική αξιολόγηση, που είναι μια διεθνής προδιαγραφή, το πανεπιστήμιο μιας χώρας είναι με αυστηρά κριτήρια διεθνώς ανύπαρκτο. Η ηγεσία του «κινήματος παιδείας» ξέρει ότι ένα διαλυμένο πανεπιστήμιο χωρίς στρατηγική ανάπτυξης, και μια διαλυμένη συνολικά εκπαίδευση στις συνθήκες της σημερινής παγκόσμιας επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου εμποδίζει την ανάπτυξη της χώρας και απομονώνει το λαό από τα διεθνή πνευματικά επιστημονικά και τεχνολογικά ρεύματα. Βυθίζει την κοινωνία στην οπισθοδρόμηση και στην καθυστέρηση και δημιουργεί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την πρόσδεση της χώρας στο πολεμικό άρμα του σύγχρονου κανιβαλισμού, δηλαδή εκείνο του ρώσικου και του κινέζικου σοσιαλιμπεριαλισμού.
Χωρίς αξιολόγηση των ιδρυμάτων και επομένως χωρίς πρόγραμμα τετραετούς ανάπτυξης το αναλυτικό και ερευνητικό συνολικό πρόγραμμα ενός ιδρύματος είναι αδύνατον να συντονιστεί  και να ενοποιηθεί και με την κοινή τάση για ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόγραμμα σπουδών, με τον ενιαίο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Πόσο μάλλον όταν ο χρόνος σπουδών των ελληνικών ανωτάτων ιδρυμάτων είναι τετραετής ενώ οι σπουδές στην ΕΕ είναι γενικά τριετείς και η Διαμαντοπούλου δεν επιβάλλει τις τριετείς σπουδές αλλά τις αφήνει στην διακριτική ευχέρεια των σχολών. Έτσι η δυσκολία σύγκρισης τετραετών και τριετών σπουδών παραμένει.
Ο σοσιαλφασισμός πολεμάει κάθε επαφή της εκπαίδευσής μας με την ΕΕ  για να δυσκολεύει την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών την σύγκρισή τους με τα ευρωπαϊκά και επομένως να σαμποτάρει τη δυνατότητα ενοποίησής των. Στόχος του είναι να εμποδίζει την ένωση της ειδικευμένης εργασίας της διεσπαρμένης εργατικής δύναμης σε όλη την ΕΕ με την διεσπαρμένη επιχείρηση και εργοστάσιο στο ίδιο έδαφος.
Η ενιαία τώρα τριτοβάθμια ευρωπαϊκή εκπαίδευση, διαφοροποιεί την ανώτατη εκπαίδευση σαν στοιχείο του εθνικού εποικοδομήματος και την μετατρέπει σε στοιχείο ενός πανευρωπαϊκού εποικοδομήματος για την υποστήριξη της οικονομικής και της πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ. Επομένως ο ενιαίος χώρος εκπαίδευσης υπερπηδά τα εθνικά πλαίσια και φέρνει κοντύτερα τα έθνη, αναπτύσσει και στηρίζει την παραγωγή σε όλη την ΕΕ, βαθαίνει τον κοινωνικό χαρακτήρα της και ταυτόχρονα διαμορφώνει ένα πανευρωπαϊκό μαζικό επιστημονικό και τεχνολογικό πνεύμα, κοινή κατάκτηση της κουλτούρας όλων των εθνών. Η ίδια η εφαρμογή αυτής της πολιτικής συνυφαίνεται με την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού δημοκρατισμού. Αυτή η αστοδημοκρατική ευρωπαϊκή ανάπτυξη σε σύγκρουση με τον σοσιαλφασιστικό εθνικό απομονωτισμό είναι τα καλά για την αριστερά και την κοινωνία. Η πολεμική βέβαια ενάντια στην ανάπτυξη με το επιχείρημα της αυξημένης εκμετάλλευσης της γνώσης όλης της κοινωνίας από το κεφάλαιο που φέρνει παράλληλα μια τέτοια πολιτική, δεν ήταν ποτέ θέση καμιάς πραγματικής αριστεράς.
Σε μια Ευρώπη των απελευθερωμένων από τα δεσμά του κεφαλαίου παραγωγών ο σημερινός ευρωπαϊκός χώρος ανώτατης εκπαίδευσης προφανώς δεν θα υπάρχει με τη σημερινή μορφή του. Απλά η σημερινή διεθνική ενότητα της αστικής εκπαίδευσης που αντικειμενικά υπονομεύει κάθε εθνοσοβινιστική απομόνωση και κάθε εθνορατσισμό θα ετοιμάσει το έδαφος για τη συγκρότηση μιας διευρωπαϊκής, διεθνιστικής προλεταριακής κουλτούρας, οπότε και εκπαίδευσης. Σε έναν τέτοιο κοινό χώρο εκπαίδευσης θα αντιπαλεύεται διαρκώς η σημερινή πελώρια καταστροφική διάσταση της θεωρίας από την πράξη, η απόσπαση του ειδικού επιστήμονα από την παραγωγή, από την ταξική πάλη αλλά και από την σφαιρική αντίληψη της επιστήμης καθώς και ο φρενιασμένος ανταγωνισμός για κεφάλαια και κύρος ανάμεσα στα πανεπιστήμια, ανάμεσα στα επιστημονικά εργαστήρια και ανάμεσα στους ξεχωριστούς επιστήμονες που όλα φέρνουν τη σπάταλη διάσπαση της παγκόσμιας επιστημονικής έρευνας, τα ζηλότυπα στεγανά, το γρήγορο ρηχό αποτέλεσμα σε βάρος της μεγάλης στρατηγικής έρευνας σε κάθε τομέα. Η αθλιότερη πράξη του κεφαλαίου είναι το ότι εκμεταλλεύεται για το δικό του περιορισμένο συμφέρον την συνολική ιστορική γνωστική προσπάθεια της κοινωνίας. Η κοινωνικοποίηση της γνώσης αποκτά αντίθετα τις πραγματικές της διαστάσεις και στην εφαρμογή και όχι μόνο στην παραγωγή της. Έτσι λύνεται και το άλυτο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ειδικοί της εκπαίδευσης σε όλο τον κόσμο όταν αποτυγχάνουν η μια μετά την άλλη οι μέθοδές τους να κάνουν τη νεολαία σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη να πάψει να χασμουριέται στα σχολεία και στα αμφιθέατρα ή να γεμίζει με πλήξη και άγχος στη μοναξιά του δωματίου της καταπίνοντας αχώνευτες εξισώσεις και θεωρητικές έννοιες μακριά από κάθε κοινωνικά χρήσιμη εφαρμογή τους.

Η απάτη με την προσχηματική ατομική αξιολόγηση των καθηγητών από το σχέδιο νόμου


Η μόνη ατομική αξιολόγηση που προβλέπει το σχέδιο νόμου είναι ότι οι αναπληρωτές και οι καθηγητές πρώτης βαθμίδας θα αξιολογούνται κάθε πέντε χρόνια με την πρώτη αξιολόγηση ύστερα από οχτώ χρόνια παραμονής του καθηγητή σ’ αυτή τη θέση. Η ατομική αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να αποτελεί μέρος της αξιολόγησης του τμήματος της σχολής και του ιδρύματος, μέρος του ετήσιου απολογισμού του τετραετούς προγράμματος. Σαν παράδειγμα, ένας καθηγητής κοπανατζής από το μάθημα θα κριθεί ύστερα από πέντε χρόνια καταστροφικής για τους φοιτητές του κοπάνας; Αυτά είναι απάτες παπανδρεικής κοπής.
Το σχέδιο νόμου συντηρεί επομένως την καθηγητική αυθαιρεσία και την εκπαιδευτική κραιπάλη με την ουσιαστική έλλειψη αξιολόγησης και από τα πάνω- δηλαδή από το κράτος και από τα κάτω-από τους φοιτητές. Παραμένει δηλαδή η διατήρηση των φεουδαρχικών προνομίων του διδακτικού προσωπικού, η αντιμετώπισή του δηλαδή από το νόμο σαν μια κάστα προνομιούχων που το κάθε μέλος της δεν έχει ατομική ευθύνη αλλά τάχα μόνο συλλογική. Όμως χωρίς την ατομική ευθύνη κάθε συλλογική ευθύνη είναι κούφια και ουσιαστικά ανύπαρκτη. Αν δηλαδή κάποιος εκπαιδευτικός δεν έχει ευθύνη για τις ερευνητικές και διδακτικές υποχρεώσεις του, για τους φοιτητές του, για την κοινωνία και για την παραγωγή και κρύβεται πίσω από τους συναδέλφους του τότε ποιος δεν θα γίνει ένας σάπιος εκμεταλλευτής σε αυτό το σύστημα; Αυτή ακριβώς είναι και η βάση της οικοδόμησης του διακομματικού φαιοκόκκινου μετώπου της συναλλασσόμενης μειοψηφικής καθηγητικής γραφειοκρατίας με το φοιτητικό κομματικό λούμπεν. Αν ο δάσκαλος δεν αξιολογείται τελικά δεν αξιολογείται πραγματικά ούτε ο φοιτητής του αλλά μόνο εξαγοράζεται από τον δάσκαλό με βαθμούς και πτυχία χωρίς περιεχόμενο  για να διατηρεί  σαν μέλος ενός κρατικοκομματικού παραταξιακού στρατού αυτό το σάπιο καθεστώς. Αυτή είναι η βάση της ενότητας όλων των κομματικών εκπαιδευτικών πολιτικών, η βάση της δημιουργίας του σιχαμερού και δικτατορικού «κόμματος της εκπαίδευσης» με μια βασική πολιτική γραμμή, αυτή του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ και με πολυπλόκαμες οργανώσεις και εκφράσεις με διαφορετικές ταμπέλες.

Η ανατροπή της εξουσίας του σοσιαλφασισμού στην εκπαίδευση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την συγκρότηση του δημοκρατικού πόλου  στο εσωτερικό της

Μπορεί σήμερα ένας καθηγητής ή ένας φοιτητής να διατυπώσει ελεύθερα τις απόψεις του σήμερα στο πανεπιστήμιο αν αυτές βρίσκονται σε μετωπική αντίθεση με εκείνες του κυρίαρχου «μετώπου παιδείας»; Χρειάζεται μεγάλο πολιτικό θάρρος γι’ αυτό, γιατί θα κατηγορηθεί αυτόματα σαν « αντιδραστικός», «δεξιός», «πράκτορας του κεφαλαίου, της ΕΕ και της τρόικας» φίλος της ιδιωτικής εκπαίδευσης και υποστηρικτής της κατάργησης του δημόσιου πανεπιστήμιου και τελικά προδότης που πρέπει να λογοδοτήσει για το έγκλημά του. Ακόμα και αν κάποιος έχει αυτό το σπάνιο πολιτικό θάρρος να αντιπαρατεθεί με την ιδεολογική τρομοκρατία της ψευτοαριστεράς και με τα τάγματα εφόδου της θα πρέπει να συνεκτιμήσει και τις ψυχικές ακόμα και τις σωματικές του αντοχές για τη βία που θα υποστεί.
Το φαιοκόκκινο μέτωπο της εκπαίδευσης έχει καταργήσει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και τη δημοκρατία στο εσωτερικό της εκπαίδευσης για να υπερασπίζεται το βασικό ιδιοτελές του συμφέρον: να απομυζά το κρατικό και κοινοτικό χρήμα, είτε με τη μορφή ενός μισθού που δεν αντιστοιχεί σε πραγματικό χρόνο εργασίας, είτε χρησιμοποιώντας το σχολείο ως χώρο προμήθειας ιδιαίτερων μαθημάτων ή το πανεπιστήμιο ως χώρο ανύπαρκτων ή ασήμαντων ερευνητικών προγραμμάτων, είτε χρησιμοποιώντας τον εκπαιδευτικό συνδικαλισμό ως εφαλτήριο σε θέσεις που οδηγούν στις ανώτερες και ανώτατες βαθμίδες της πολιτικής εξουσίας. Ο τρόπος ύπαρξης της μειοψηφικής φαιοκόκκινης γραφειοκρατίας που συγκροτεί αυτό το στρατό, είναι η επέκταση των συμφερόντων και της εξουσίας του. Αυτό σημαίνει, σύγκρουση και με το κομμάτι του κράτους που δεν ελέγχουν οι φαιοκόκκινοι μέχρι την απόλυτη κυριαρχία τους. Γι’ αυτό και ο βαθύτερος στόχος του «μετώπου της παιδείας» δεν είναι η κρατική εκπαίδευση, όπως ισχυρίζονται αλλά το φαιοκόκκινο εκπαιδευτήριο της ΠΟΣΔΕΠ της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ. Στο δρόμο του για την πλήρη άλωση του κράτους και τη δημιουργία του φαιοκόκκινου εκπαιδευτήριου ο στρατός αυτός ξέρει ότι όλο το κρατικό έδαφος μπορεί να το κατακτήσει μόνο αν εκτοπίσει την παλιά αστική τάξη και πάρει τη θέση του δικού της παλιού γραφειοκρατικού μηχανισμού. Γι’ αυτό μιλάει πάντα αντικαπιταλιστικά, μιλάει στο όνομα όλου του λαού και ενάντια στα τμήματα της αστικής τάξης που είναι προς εκτοπισμό και που καταπιέζονται από την διακομματική φαιοκόκκινη εξουσία εδώ και δεκαετίες. Μιλάει βασικά ενάντια στη δυτικόφιλη αστική τάξη, στο δυτικό ιμπεριαλισμό και στην ΕΕ και τελευταία μιλάει κύρια ενάντια στην τρόικα στην οποία «ξεπουλούν τη χώρα οι προδότες», ενώ ο μεγαλύτερος υπεύθυνος της χρεωκοπίας της χώρας και της πείνας του λαού είναι αυτή ακριβώς η ανατολικού τύπου κρατικοφασιστική συνδικαλιστική και πολιτική γραφειοκρατία. Αυτός είναι ο λόγος που αυτή καταφέρεται ενάντια στην όλο και πιο αδύναμη στην Ελλάδα φιλελεύθερη ιδιωτική αστική τάξη και διαδηλώνει υπέρ του κρατικού μονοπωλίου. Εκείνο που κάνει στην πραγματικότητα είναι να ακολουθεί τα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης που αποφάσισαν να δέσουν τον εαυτό τους και τη χώρα πίσω από τους ανατολικούς ιμπεριαλισμούς, και βασικά το ιμπεριαλιστικό μέτωπο Ρωσίας-Κίνας.
 Έχουμε διαπιστώσει ότι οι μεταρρυθμίσεις που θίγουν την εξουσία και τα συμφέροντα του ανατολικού καθεστώτος και των αφεντικών τους Ρωσίας και Κίνας χωρίς την καλά οργανωμένη λαϊκή πάλη είναι καταδικασμένες όχι μόνο σε αποτυχία αλλά μπορεί να μετατραπούν και στο αντίθετό τους, δηλαδή μπορεί να ενισχύουν την εξουσία του καθεστώτος.
Οι προοδευτικές δημοκρατικές δυνάμεις οφείλουν να αποκτήσουν συνείδηση της θέσης τους και των αιτίων της υποβάθμισης του πανεπιστημίου. Αυτή η συνειδητοποίηση δεν μπορεί παρά να οδηγεί στην ενότητα των έντιμων μελών του ΔΕΠ με τους φοιτητές τους στο κοινό δημοκρατικό μέτωπο αντιμετώπισης των κατεδαφιστών του πανεπιστημίου και της πνευματικής και υλικής παραγωγής. Ο δρόμος αυτός μπορεί να είναι αυτονόητος για την πλατιά πλειοψηφία των δημοκρατικών καθηγητών και φοιτητών, πολιτικά όμως η ενότητα δεν καταχτιέται με το θυμικό. Γελιέται όποιος νομίζει ότι με διάλογο ακαδημαϊκού τύπου και ακαδημαϊσμούς γενικά που δεν βοηθούν στην συγκρότηση και πάλη του δημοκρατικού πόλου στην εκπαίδευση, της πλειοψηφίας των καθηγητών και των φοιτητών αλλά και δίχως την πολιτική υποστήριξη του λαού, ότι ο σοσιαλφασισμός θα εγκαταλείψει την εξουσία του στα ΑΕΙ. Θα την εγκαταλείψει μόνο με μια δημοκρατική εξέγερση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των πανεπιστημίων. 
Και αφού η χωρίς χαρακτήρα αστική τάξη του ιδιωτικού κεφαλαίου είναι άτολμη και ανίκανη  να φτιάξει ένα προοδευτικό νόμο πλαίσιο αυτό θα μπορεί να το αναλάβει ο λαός με την ηγεσία μιας πραγματικής αριστεράς.

Αθήνα 17/7/2011