Στην περίπτωση της Συρίας η γενική σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατική μορφή και στο φασιστικό περιεχόμενο των αραβικών αντικαθεστωτικών κινημάτων πάει την άκρη της. Δεν υπάρχει πραγματικά πιο σκληρή διχτατορία στον αραβικό κόσμο από τη συριακή και τίποτα πιο δικαιολογημένο από το να εξεγείρεται κάθε δημοκρατικός κάτοικός της Συρίας ενάντια της. Από την άλλη είναι σίγουρο ότι στη Συρία όχι μόνο η κεφαλή της εξέγερσης αλλά και συντριπτικά ο κορμός της είναι ο ισλαμοφασισμός των αδελφών μουσουλμάνων. Αυτός σήμερα έχει σαν διεθνή ηγεμόνα του τους αιγύπτιους αδελφούς μουσουλμάνους και αυτοί με τη σειρά τους έχουν ιδεολογικό και πολιτικό τους ηγέτη τον άνθρωπο του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού και λυσσασμένο αντισημίτη ισλαμοναζί Καρανταβί. Ο Καρανταβί έχει γίνει διεθνής ινστρούκτορας και ηγέτης επειδή η Αλ Τζαζίρα έχει εξασφαλίσει καθημερινή δημοσιότητα στο γενοκτονικό πολιτικο-ιδεολογικό του κήρυγμα. Αυτός ενώ ήταν εξ αρχής υποστηριχτής του ιρανικού ισλαμοναζισμού, μετά το 2006 και τη νίκη της σιιτκής Χεζμπολλάχ κατά του Ισραήλ προσποιείται τον αντίπαλο του ιρανικού σιίτικου ισλάμ για να αποσπάσει την ηγεμονία του σουνιτικού ισλάμ από την Σαουδική Αραβία. Ταυτόχρονα καθησυχάζει σχετικά τη Σαουδική Αραβία ότι δεν δουλεύει ενάντιά της όταν ηγείται των αραβικών εξεγέρσεων-πραξικοπημάτων, αλλά κατά του εχθρικού της Ιράν.
Με τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας εκτιμάμε ότι μια σημερινή εξουσία των αδελφών μουσουλμάνων στη Συρία θα είναι η χειρότερη από κάθε άλλην στον αραβικό κόσμο. Όχι μόνο επειδή θα κληρονομήσει τους τρομοκρατικούς μηχανισμούς της δικτατορίας Άσαντ ούτε επειδή θα ζητήσει εκδίκηση για τη βία που έχει υποστεί από το καθεστώς Μπάαθ στα 1982 στην προηγούμενη εξέγερση της, αλλά γιατί θα εκπροσωπεί την πιο ακραία έκφρασή της πολιτικής του νεοναζιστικού άξονα και, κυρίως της ρώσικης στρατηγικής στον αραβικό κόσμο.
Δίκαια βέβαια μπορεί κανείς εδώ να αναρωτηθεί: Είναι δυνατό να υπάρχει μια συριακή εξουσία πιο πολύ δεμένη με τη Ρωσία από όσο είναι η σημερινή; Αποδεικνύεται ότι είναι δυνατόν γιατί η Ρωσία η ίδια-αρκετά συγκρατημένα -και το προπαγανδιστικό εργαλείο της στον μουσουλμανικό κόσμο, η Αλ Τζαζίρα- εντελώς ασυγκράτητα - υποστηρίζουν το ισλαμοφασιστικό κίνημα. Όταν λέμε ότι η Ρωσία υποστηρίζει το κίνημα συγκρατημένα εννοούμε ότι δεν κάνει κάποια δήλωση υπέρ του και κατά του καθεστώτος Άσαντ, αλλά καλεί αυτό το καθεστώς να μην ασκήσει βία στους διαδηλωτές και να προχωρήσει σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Αλλά σε περιπτώσεις τέτοιων μακρόχρονων και αποκρουστικών δικτατοριών η μη βία στους διαδηλωτές ισοδυναμεί με κάλεσμα για παραίτηση των δικτατόρων από την εξουσία τους εφόσον αυτή στηρίζεται κυρίως πάνω στη βία. Μια τέτοια παραίτηση θα ήταν βέβαια κάτι το εξαιρετικό αν δεν σήμαινε την άνοδο στην εξουσία των χειρότερων παγκόσμιων φασιστικών τεράτων.
Το ότι κάπου ενοχλούσε το καθεστώς Άσαντ τη Ρωσία και μάλιστα πολύ δεν μας ήταν ως πρόσφατα φανερό όπως δεν μας ήταν και στην περίπτωση του Καντάφι πριν εκδηλωθεί η θανατηφόρα ρώσικη διπλωματική επίθεση εναντίον του. Από δω και μπρος πρέπει να μελετάμε πιο προσεκτικά στις σχέσεις των κρατών του τρίτου κόσμου με τις υπερδυνάμεις και να αναζητούμε τις αντιστάσεις τους που σπάνια εκδηλώνονται με ένα θορυβώδη τρόπο αλλά πάντως εκδηλώνονται. Ο Μάο τσε Τουνγκ ήξερε καλά τι έκανε όταν σπάνια κατήγγειλε ανοιχτά χώρα του τρίτου κόσμου για φιλο-υπερδυναμική στάση εκτιμώντας σαν πιο σωστό να χρησιμοποιεί τη διπλωματική οδό καθώς πίσω από την υποταγή των χωρών του τρίτου κόσμου στις υπερδυνάμεις διέκρινε τις πονεμένες αντιστάσεις και τα μίση τους γι αυτές.
Ποιο ήταν λοιπόν το ουσιαστικό πρόβλημα που είχε η Ρωσία με τον Άσαντ από την ώρα που χάρη σε αυτόν είχε εξασφαλίσει μια γιγαντιαία και τη μοναδική ναυτική βάση της στη Μεσόγειο; Τι πρόβλημα είχε μαζί του αφού εκμεταλλευόταν με μισοαποικιακό τρόπο το λίγο φυσικό αέριο της Συρίας καθώς και τη στρατηγική θέση της για τη μεταφορά των υδρογονανθράκων από τον Κόλπο στη Μεσόγειο χωρίς ποτέ η Συρία να διαμαρτυρηθεί; Γιατί να δυσανασχετεί η Ρωσία με τον Άσαντ αφού αυτός φιλοξενούσε το πιο προβοκατόρικο δουλικό της ρώσικης διπλωματίας που λέγεται Χαμάς ενώ ο ίδιος ο Άσαντ ήταν ένας ορκισμένος εχθρός του Ισραήλ και της Δύσης;
Καταρχήν αυτός ο ορκισμένος εχθρός του Ισραήλ και της Δύσης δεν ήταν αρκετά εύκαμπτος διπλωματικά εξαιτίας του εθνικισμού του. Η Ρωσία του Πούτιν θέλει συμμάχους αλλά προτιμάει υποτακτικούς γιατί μόνο οι υποτακτικοί είναι τόσο ευέλικτοι όσο είναι και το αφεντικό τους. Πχ η ίδια η Ρωσία καλλιεργεί το αντισημιτικό μίσος και τον αντιαμερικανισμό παντού στον κόσμο μέσω πρακτόρων της αλλά η ίδια έχει άριστες σχέσεις και με το Ισραήλ και με τις ΗΠΑ ακριβώς για να μπορεί να διεισδύει με άνεση στο χώρο επιρροής τους. Όμως η Συρία, αντίθετα από τη δουλική προς τη Ρωσία σημερινή διπλωματία της Ελλάδας είχε πάντα αρνητικές έως εχθρικές σχέσεις και με το Ισραήλ και με τις ΗΠΑ που το προστάτευαν. Αυτό γιατί οι σύριοι μπααθιστές είναι εθνικιστές και όσο και να γλυκαίνουν μερικές φορές τη στάση τους απέναντι στο Ισραήλ κάτω από τις απειλές των ΗΠΑ και την πίεση της Ρωσίας θέλουν πάντα πίσω τα υψίπεδα του Γκολάν από το Ισραήλ. Έτσι η σχέση της Συρίας με το Ισραήλ και με τις ΗΠΑ είναι σε γενικές γραμμές ανταγωνιστική πράγμα όμως που συνήθως εκθέτει τη Ρωσία και το διπλό της παιχνίδι απέναντι στη Δύση. Γι αυτό το λόγο η Μόσχα αρνείται επίμονα εδώ και 40 χρόνια να δώσει τα πιο σύγχρονα όπλα της στη Συρία παρόλες της επανειλημμένες γλοιώδεις ικεσίες του Άσαντ που έφτασαν στα 2008 μέχρι και στη συμπαράσταση του στη ρώσικη εισβολή στη Γεωργία. Πάντως αντίθετα με τη Χαμάς η Συρία δεν έφτασε στο σημείο να αναγνωρίσει την Αμπχαζία σαν ανεξάρτητο κράτος.
Όμως η επίμονη άρνηση της Ρωσίας να καλύπτει με σύγχρονα στρατιωτικά μέσα αλλά και πολιτικά τη Συρία απέναντι στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ την ώρα που την εξέθετε στη Δύση με τις προβοκάτσιες της Χαμάς και της Χεζμπολλάχ για να χώνεται η ίδια βαθύτερα στο παλαιστινιακό, η άρνησή της να ελαφρώσει το πελώριο οικονομικό χρέος της Συρίας προς την ίδια λόγω των υπερεξοπλισμών της (αν και παρωχημένης τεχνολογίας) και τα όλο και θερμότερα τακτικά ανοίγματα του Κρεμλίνου προς το Ισραήλ, έκαναν τη Συρία να μποϋκοτάρει μια διεθνή διάσκεψη στη Μόσχα για το μεσανατολικό το 2000, επί Πούτιν. Λίγο μετά η Συρία δέχτηκε μια στρατηγική προσέγγιση οικονομικού χαρακτήρα από τη Σαουδική Αραβία που προχώρησε σε μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στη Συρία. Αυτές ως το το 2006 έφτασαν να είναι περισσότερες από κάθε άλλης χώρας, δηλαδή 900 δις Ευρώ, ενώ το 2007 σχεδόν μηδενίστηκαν. Αυτή η προσέγγιση τορπιλίστηκε από τη δολοφονία του φιλο-σαουδάραβα Χαρίρι το 2005 που αποδόθηκε στον Άσαντ αλλά που αποδεικνύεται τελευταία ότι ο πιο άμεσος αυτουργός της ήταν η Χεζμπολλάχ, δηλαδή το Ιράν και βαθύτερα η Μόσχα. Πιθανότατα ο πιο βασικός σκοπός της δολοφονίας ήταν να παγώσουν οι σχέσεις Συρίας-Σ. Αραβίας και πράγματι πάγωσαν για τρία περίπου χρόνια. Όμως η Σ. Αραβία δεν έπαψε να επιδιώκει βελτίωση των σχέσεών της με τη Συρία για να την αποσπάσει από την καταστροφική συμμαχία της με το όλο και πιο επιθετικό στον Κόλπο Ιράν. Αυτό έγινε δυνατό στις αρχές του 2009 με απανωτές επίσημες συναντήσεις των ηγετών των δύο χωρών που είχαν σαν κεντρικό θέμα την ομαλοποίηση των σχέσεων μεταξύ των φιλοσυριακών και των φιλοσαουδαραβικών πολιτικών δυνάμεων του Λιβάνου. Αυτή η προσέγγιση πήγαινε πολύ καλά αν και εμείς τότε την είχαμε θεωρήσει σαν μια υφεσιακή αυταπάτη της Σαουδικής Αραβίας και των φιλοδυτικών δυνάμεων του Λιβάνου. Η Σαουδαραβική διπλωματία όμως ήξερε καλύτερα. Ο κίνδυνος από αυτήν την προσέγγιση ήταν στρατηγικός για τον ρωσο-ιρανικό άξονα. Ήδη ο Άσαντ, όπως πρόσφατα και όχι τυχαία διέρρευσε στο Wikileaks, δήλωνε σε δυτικούς διπλωμάτες ότι η Χαμάς ήταν ένας «απρόσκλητος μουσαφίρης» στη Συρία που σήμαινε ότι την προβόκαρε απέναντι στο Ισραήλ με το οποίο η Συρία είχε βασική αντίθεση, εκείνη για το Γκολάν. Τότε, στα 2010 εμφανίστηκε μια διαρροή από το δικαστήριο που είχε συστηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείαςτου ΟΗΕ για τη δολοφονία του Χαρίρι που έλεγε ότι η Χεζμπολλάχ έφταιγε για τη δολοφονία του Χαρίρι. Αμέσως η Χεζμπολλάχ έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό του Άσαντ και του είπε: είτε καταδικάζεις το δικαστήριο αυτό και καλείς και τον Χαρίρι και τη Σαουδική Αραβία να κάνουν το ίδιο, είτε πάω σε εμφύλιο στο Λίβανο εναντίον σου και σε συμμαχία με το Ιράν. Πρώτο βήμα της Χεζμπολάχ ήταν να παραιτηθεί από την κοινή κυβέρνηση. Ο Άσαντ υπέκυψε στο εκβιασμό όμως η Σαουδική Αραβία θα απομονωνόταν από τη Δύση αν κόντραρε τον ΟΗΕ. Έτσι οι σχέσεις της Συρίας με τη Σαουδική Αραβία πάγωσαν για δεύτερη φορά. Όμως ο Άσαντ είχε γίνει μετά από όλα αυτά αναξιόπιστος σύμμαχος του νεοναζιστικού άξονα και έπρεπε να φύγει από τη μέση. ‘Έτσι εφαρμόστηκε η τακτική «η δύση τινάζει την ελιά, η Ρωσία (και δευτερευόντως το Ιράν) μαζεύουν τον καρπό».
Στην ουσία έχουμε μια επανάληψη της μεθόδου που δοκιμάστηκε στη Λιβύη μόνο που εδώ η Ρωσία είναι πολύ πιο προσεκτική, ιδιαίτερα το Ιράν, για να μην εκτεθούν στο καθεστώς Άσαντ σαν εχθροί του. Γιατί το αντιπολιτευτικό κίνημα έχει μικρότερο εύρος από αλλού και αν το καθεστώς αντέξει στις πιέσεις της Δύσης η ζημιά για τον νεοναζιστικό άξονα θα είναι ανυπολόγιστη. Νομίζουμε ότι αυτό που ανησυχεί περισσότερο τους σοσιαλφασίστες είναι η πολιτική της Σ. Αραβίας που πήρε πολύ γρήγορα και αποφασιστικά θέση υπέρ του Άσαντ και κατά του κινήματος ενάντίον του. Αυτή η στάση κόβει τη φόρα των δυτικών ιμπεριαλιστών, ιδιαίτερα των ΗΠΑ και δυναμώνει τις αντιστάσεις της Συρίας. Κυρίως όμως υποχρεώνει το Ιράν και τα ισλαμοφασισταριά που το ακολουθούν να παραταχθούν με τον Άσαντ γιατί αν δεν το κάνουν τότε η Συρία του Άσαντ θα παραταχθεί οριστικά με τη Σ. Αραβία, και αν επιζήσει της επίθεσης των υπερδυνάμεων τότε ο άξονας Ιράν-Συρίας θα καταρρεύσει οριστικά και η Χαμάς και η Χεζμπολλάχ θα βρεθούν χωρίς στηρίγματα απέναντι στο Ισραήλ. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η συμμαχία το Ιράν του Αχμαντινετζάντ επίσημα -και ακολούθησε κι η Ρωσία μέσα από τον τύπο της ανεπίσημα- προχώρησε σε μια άνευ προηγουμένου προβοκάτσια ενάντια στη Σ. Αραβία κατηγορώντας την ότι αυτή υποκινεί το κίνημα κατά του Άσαντ ενώ του κάνει τον φίλο. Αυτή η προβοκάτσια λέγεται ότι έχει σημαντική απήχηση στο καθεστώς Άσαντ που έχει επιστρατεύσει μια σειρά ασφαλίτικα στοιχεία για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του. Οι ιρανοί προβοκάτορες πατάνε πολιτικά στο γεγονός ότι η Σ. Αραβία είναι γενικά φιλοδυτική, ότι οι σύριοι αδελφοί μουσουλμάνοι είναι σουνίτες ενώ ο κεντρικός μηχανισμός εξουσίας του μπάαθ είναι αλαουίτικος δηλαδή ένα παρακλάδι του σιιτισμού, και προφανώς ότι ο Καρανταβί κάνει πάντα ότι μπορεί για να εμφανιστεί σαν φιλοσαουδάραβας και αντιιρανός. Πάντως αυτά δεν πατάνε καθόλου γερά στα γεγονότα καθώς η οργή της Σ. Αραβίας ενάντια στις ΗΠΑ και προσωπικά ενάντια στον Ομπάμα για την αισχρή φιλο-ιρανική πολιτική του έφτασε στο σημείο να αρνείται ο βασιλιάς της Σ. Αραβίας να μιλήσει μαζί του. Όταν ο ίδιος αυτός Καρανταβί πάλευε για την πτώση του Μουμπάρακ, η Σ. Αραβία ήταν μαχητικά εναντίον του. Πιστεύουμε ότι μέρος της ιρανικής προβοκάτσιας ήταν η συνθηματολογία κατά του Ιράν –δηλαδή έμμεσα υπέρ τη Σ. Αραβίας- που ακούστηκε σε κάποιες διαδηλώσεις εναντίον του Άσαντ αμέσως μετά τις 28 του Μάρτη οπότε η Σ. Αραβία δήλωσε την υποστήριξη της σε αυτόν. Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι τα ιρανικά ΜΜΕ επί ένα μήνα έκαναν τον ψόφιο κοριό για το συριακό κίνημα και άρχισαν αργότερα να το χτυπάνε. Επίσης και το Κατάρ πήρε θέση υπέρ του Άσαντ την ίδια ώρα που το Αλ Τζαζίρα του Κατάρ φανατίζει τα συριακά και γενικότερα τα αραβικά πλήθη εναντίον του.
Ο μόνος παράγοντας του νεοναζιστικού άξονα που έχει πάρει θέση ουσιαστικά κατά του Άσαντ είναι η κυβέρνηση Ερντογάν. Αυτή αρχικά έπαιξε τον γνωστό κεντρίστικο ρόλο που έπαιξε και παίζει με τον Καντάφι αλλά με τον Άσαντ γίνεται ανοιχτά απειλητική όσο αυτός σκληραίνει τη στάση του απέναντι στους ισλμοναζιστές του Καρανταβί. Ίσως η σουνιτική Τουρκία του Ερντογάν προορίζεται να παίξει κάποια στιγμή τον ρόλο του διαύλου για χερσαίες επιχειρήσεις της Δύσης κατά της Συρίας σε περίπτωση που αυτή αντισταθεί στους ισλαμο και σοσιαλ-φασίστες και στους δυτικούς ιμπεριαλιστές σε ψηλότερο επίπεδο.
Σε μια τέτοια περίπτωση και σε κάθε είδους επέμβαση απ’ έξω ενάντια στη Συρία οι λαοί της Ευρώπης και όλου του κόσμου πρέπει αποφασιστικά, απόλυτα και ανεπιφύλακτα να σταθούν ενάντια στους όποιους επεμβασίες ιμπεριαλιστές.