Μπορεί η Κίνα να αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια και να αυξάνει το ΑΕΠ της, όμως η 30χρονη καταπίεση του κινεζικού λαού είναι τόσο σκληρή και το μίσος του απέναντι στους σοσιαλφασίστες δυνάστες του τόσο βαθύ, που αρκετά συχνά οδηγείται στην εξέγερση. Μόλις τώρα έκανε το γύρο του κόσμου η είδηση μίας από τις δεκάδες χιλιάδες εξεγέρσεις που κάθε χρόνο γίνονται στην κινεζική επαρχία.
Συνέβη στην πόλη Ανσούν της επαρχίας Γκουιντσόου στη νότια Κίνα και ξεκίνησε όταν αξιωματούχοι του καθεστώτος ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου έναν μικροπωλητή φρούτων με ειδικές ανάγκες. Το ίδιο απόγευμα χιλιάδες κόσμου βγήκαν στο δρόμο πετώντας πέτρες στους αστυνομικούς και ανατρέποντας κυβερνητικό όχημα. Στα επεισόδια τραυματίστηκαν 30 διαδηλωτές και 10 αστυνομικοί (Ελευθεροτυπία, 27/7). «Οι κινεζικές αρχές που έχουν εμμονή με τη σταθερότητα ανησυχούν με κάθε είδους διαδήλωση ή διαμαρτυρία. Το 2007 η Κίνα είχε περισσότερε από 80.000 "μαζικά επεισόδια" έναντι 60.000 το 2006. Έκτοτε δεν έχουν υπάρχει σχετικά επίσημα στοιχεία», γράφει η εφημερίδα, πράγμα το οποίο μαρτυρά πολλά για το κοινωνικό κλίμα που επικρατεί.
Ανάλογα επεισόδια είχαν συμβεί τον περασμένο Ιούνη στην επαρχιακή πόλη Τσενγκτσένγκ, κοντά στην Καντόνα, όπου διαμένουν πολλοί πρόσφυγες – οικονομικοί μετανάστες από τη δυτική Κίνα – όταν ασφαλίτες ξυλοκόπησαν μία έγκυο πλανόδια πωλήτρια. Οι αρχές «συμβούλεψαν» τους κατοίκους να παραμείνουν στα σπίτια τους τη νύχτα και να μη δημοσιεύσουν φωτογραφίες από τις ταραχές στο διαδίκτυο, ενώ οι μεγάλες τοπικές επιχειρήσεις πήραν εντολή να επιβλέπουν και να παρακολουθούν τους εργαζομένους τους (El Pais, 15/6). «Οι κοινωνικές διαμαρτυρίες έχουν καταλήξει να γίνονται συχνά την τελευταία δεκαετία στην Κίνα, αλλά τις τελευταίες εβδομάδες έχουν γίνει εξαιρετικά βίαιες. Τον περασμένο μήνα καταγράφηκαν στην περιοχή της Εσωτερικής Μογγολίας οι μεγαλύτερες κινητοποιήσεις των δύο τελευταίων δεκαετιών. Οι διαμαρτυρίες προκλήθηκαν από το θάνατο ενός τοπικού κληρικού, χτυπημένου από φορτηγό που μετέφερε κάρβουνο. Επιπλέον, εκατοντάδες μετανάστες επιτίθονται σε κυβερνητικά γραφεία ξεκινώντας από τον Ιούνιο στο Τσαοτσόου (Γκουανγκντούνγκ), για να ζητήσουν από την επιχείρηση στην οποία εργάζονται να τους πληρώσει τους μισθούς που τους χρωστά. Ενώ χιλιάδες άτομα διαδηλώνουν βίαια στην πόλη Λιτσουάν (επαρχία Χουμπέι), αφότου ένας ευυπόληπτος τοπικός δημόσιος υπάλληλος πέθανε ενώ βρισκόταν υπό αστυνομική επιτήρηση. Ο υπάλληλος συνελήφθη για δωροδοκία, αλλά η οικογένειά του πιστεύει ότι η αιτία είναι πως ο ίδιος είχε καταγγείλει άλλους υπαλλήλους για διαφθορά σε επιχειρήσεις απαλλοτρίωσης» (στο ίδιο).
Πρόκειται για ένα κτηνώδες καθεστώς που δε σέβεται καθόλου τις διαθέσεις των μαζών, που μεταχειρίζεται τη βία, το ψέμα και την αυθαιρεσία προκειμένου να διατηρήσει την εξουσία του. Ένα καθεστώς που όταν ξέσπασε το σκάνδαλο της μόλυνσης εργαζομένων σε εργοστάσια κασσίτερου και των παιδιών τους από μόλυβδο, έκανε ό,τι περνούσε απ’ το χέρι του προκειμένου να εξαφανίσει τα πειστήρια. Ακτιβιστές, γονείς και δημοσιογράφοι που τόλμησαν να θίξουν το θέμα συνελήφθησαν, διώχτηκαν ή ακόμα και «σιώπησαν». Οι δε γιατροί έλεγαν στα παιδιά που συγκέντρωναν μεγάλη ποσότητα μολύβδου στο αίμα τους να παίρνουν γάλα, μήλα ή σκόρδα και θα γίνουν καλά (στο ίδιο).
Ο κινεζικός λαός, που για πολλές δεκαετίες είχε μάθει να ζει ελεύθερος και που ακολούθησε επαναστάτες ηγέτες μεγάλου βεληνεκούς, σαν τον αστοδημοκράτη Σουν Γιατ-σέν και μετά τον μεγάλο δάσκαλο του παγκόσμιου προλεταριάτου Μάο Τσετούνγκ, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να συμβιβαστεί με τους δικτάτορες. Το καθεστώς τρέμει από κάθε σκίρτημα του επαναστατικού κινέζικου λαού και γι’ αυτό εμποδίζει κάθε προσπάθεια πολιτικής του οργάνωσης.