"Οι αστικές επαναστάσεις, σαν τις επαναστάσεις του δέκατου όγδοου αιώνα, ορμούν γρήγορα από επιτυχία σε επιτυχία, τα δραματικά τους αποτελέσματα ξεπερνούν το ένα το άλλο, άνθρωποι και πράγματα φαίνονται σαν σε φωτιές διαμαντιών. Η έκσταση είναι το πνεύμα κάθε ημέρας. Μα η ζωή τους είναι μικρή. Σε λίγο φτάνουν κι όλας στο ανώτατο σημείο τους και μια μακρυά αποχαύνωση κυριεύει ύστερα την κοινωνία πριν μάθει να αφομειώνει νηφάλια τα αποτελέσματα της ορμητικής και θυελλώδικης εποχής της.

Αντίθετα οι προλεταριακές επαναστάσεις, όπως οι επαναστάσεις του δέκατου ένατου αιώνα, κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε στιγμή την πορεία τους, γυρίζουν πάλι σε εκείνο που φαίνεται πως έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, χλευάζουν με ωμή ακρίβεια τις ασυνέπειες, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες που παρουσιάζουν οι πρώτες δοκιμές τους, φαίνονται πως ξαπλώνουν κάτω τον αντίπαλό τους μόνο για να αντλήσει καινούργιες δυνάμεις από τη γη και να σηκωθεί μπροστά τους πιο γιγάντιος, οπισθοχωρούν ολοένα μπροστά στην απροσδιόριστη απεραντοσύνη των ίδιων των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθούν οι όροι που κάνουν αδύνατο κάθε πισωγύρισμα και οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν: Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα".

Κ. Μάρξ. 18η Μπρυμέρ

Σημαντικά πολιτικά γεγονότα

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

ΚΑΠΟΙΟΙ ΕΞΩ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ...

Κάποτε θα γινόταν κι αυτό: Κάποιοι προοδευτικοί αστοί οικονομολόγοι από εκείνους που μελετάνε την ίδια την υλική παραγωγή και όχι απλά την χρηματική της μορφή, αρχίζουν να εξετάζουν την ελληνική οικονομία βαθύτερα και να καταλαβαίνουν τι γίνεται σε αυτήν. Έτσι ένας  καθηγητής του Χάρβαρντ ονομάτι RicardoHausmann σε ένα άρθρο του στους Financial Times στις 8/2/2012, που το αναδημοσιεύουμε παρακάτω ολόκληρο, υποστηρίζει σωστά ότι η βοήθεια της ΕΕ προς την Ελλάδα σπαταλιέται άδικα καθώς το πρόβλημα υπερχρέωσης της Ελλάδας βρίσκεται στην μειωμένη παραγωγή και μάλιστα στην καθυστερημένη τεχνολογικά παραγωγή της οπότε δεν αντιμετωπίζεται ούτε με κευνσιανή τόνωση της ζήτησης ούτε με δημοσιονομική περιστολή. Σε μια οικονομετρική έρευνα του αυτός ανακάλυψε ότι ανάμεσα σε 128 χώρες του κόσμου η Ελλάδα έχει την μεγαλύτερη απόσταση ανάμεσα στο εισόδημά της και στο «γνωστικό παραγωγικό περιεχόμενο» των εξαγωγών της. Αυτό επιβεβαιώνει και από μια νέα πλευρά τις ανάλογες δικές μας διαπιστώσεις για το ελληνικό εμπορικό έλλειμμα και τη φύση του.
Η διαφορά μας με τον ερευνητή είναι στη γραμμή διεξόδου που προτείνει.


Αυτός θεωρεί αναγκαία και την γενική μείωση των κρατικών μισθών και των συντάξεων για την έξοδο της χώρας μας από την υπερχρέωση. Αυτή η διαφορά έχει στη βάση της το γεγονός ότι καμιά οικονομική ανάλυση από μόνη της δεν μπορεί να ανακαλύψει τον παράγοντα που προκαλεί  το παραγωγικό κενό στη χώρα μας που είναι το πολιτικό παραγωγικό σαμποτάζ. Αυτό σημαίνει ότι αν αυτός ο πολιτικός παράγοντας ανατραπεί η χώρα μας έχει τόσο μεγάλη αναξιοποίητη ενσωματωμένη παραγωγική γνώση μέσα της και τόσο σχετικά χαμηλούς μισθούς –πριν και από τη μείωσή τους – που θα μπορεί να κινεί ένα υλικό παραγωγικό κεφάλαιο τόσο μεγάλο ώστε θα μπορούσε να εξοφλεί το χρέος της χωρίς αυτή να παίρνει νέα εξωτερική βοήθεια και χωρίς ο λαός της να υποφέρει.

Το άρθρο των Φαινάσιαλ Τάιμς

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΕΙΞΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

 Του Ρικάρντο Χάουσμαν
 
Η γενναιοδωρία του κόσμου σπαταλιέται για άλλη μια φορά στην Ελλάδα. Καθώς οι αξιωματούχοι συναντιούνται στην Αθήνα για να διασαφηνίσουν τις λεπτομέρειες της τελευταίας διάσωσης, πρέπει επειγόντως να αναγνωρίσουμε ότι η προσέγγισή μας για να κατανοήσουμε την κρίση είναι εσφαλμένη.

Η Ελλάδα έχει μέχρι στιγμής αναλυθεί μέσα από ένα δημοσιονομικό ή ένα κεϋνσιανό πρίσμα. Η δημοσιονομική άποψη ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα μπορεί να διορθωθεί μόνο αυξάνοντας τους φόρους, περικόπτοντας τις δαπάνες και αναδιαρθρώνοντας το χρέος. Η κεϋνσιανή λέει ότι αυτά τα μεγέθη πλήττουν την ανάπτυξη και τα φορολογικά έσοδα κι έτσι υπονομεύουν την ίδια τη σκοπιμότητα αυτών των πολιτικών.

Και οι δύο απόψεις παραμελούν το ότι η Ελλάδα ή πρέπει να εξέλθει από την κρίση ή να αντιμετωπίσει την καταστροφή. Η Ελλάδα έχει ένα μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα, που φτάνει το 8,6 τοις εκατό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της το 2011. Το χάσμα αυτό τρέφεται από ένα μη βιώσιμο επίπεδο εξωτερικού χρέους που οι αγορές δεν είναι πλέον διατεθειμένες να χρηματοδοτούν. Προς το παρόν αυτό πληρώνεται από επίσημες πηγές, που περιμένουν ότι θα είναι προσωρινό. Η Ελλάδα θα πρέπει να ρίξει κάποια στιγμή το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της στο μηδέν.

Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους: είτε η Ελλάδα να παράγει περισσότερα είτε να ξοδεύει λιγότερα. Το να προσαρμόσει τις τρέχουσες συναλλαγές ξοδεύοντας λιγότερο θα απαιτούσε μία επιπλέον πτώση του ΑΕΠ κατά 25 τοις εκατό, δεδομένου ότι στην Ελλάδα μόνο ένα στα τέσσερα δολάρια ΗΠΑ από περικοπές στα έξοδα πηγαίνει στο εξωτερικό. Αυτή σίγουρα δεν είναι μία ωραία εικόνα. Αλλά το να τις προσαρμόσει αυξάνοντας τις εξαγωγές θα απαιτούσε αυτές να αυξηθούν κατά 50 τοις εκατό, ένα όχι εύκολο κατόρθωμα. Επιτυγχάνοντάς το μόνο μέσω του τουρισμού θα απαιτούσε η βιομηχανία αυτή να τριπλασιαστεί σε μέγεθος – μία απίθανη προοπτική.

Είναι λιγότερο επώδυνο το να αυξήσεις τις εξαγωγές απ’ το να μειώσεις τα έξοδα. Αλλά δύο προβλήματα συνωμοτούν ενάντια σ’ αυτή την πιο ανθρώπινη λύση. Κατά πρώτον, αφού η Ελλάδα βρίσκεται στην Ευρωζώνη, δεν μπορεί να κάνει υποτίμηση για να κάνει τις εξαγωγές της πιο ανταγωνιστικές.  

Κατά δεύτερον, η Ελλάδα δεν έχει αυτό που χρειάζεται για να γίνει τόσο πλούσια. Στο βιβλίο μας Ο Άτλας της Οικονομικής Πολυπλοκότητας, υπολογίσαμε την ποσότητα «παραγωγικής γνώσης» σε διάφορες χώρες. Μια χώρα με υψηλό επίπεδο «παραγωγικής γνώσης» είναι εκείνη που εξάγει πολλά και διαφορετικά αγαθά και τα αγαθά αυτά παράγονται με περίπλοκους-σύνθετους τρόπους. Η «παραγωγική γνώση» προβλέπει πόσο πλούσια θα γίνει μία χώρα και άρα πόσο γρήγορα θα αναπτυχθεί.

Ορίστε τα άσχημα νέα για την Ελλάδα: στο δείγμα μας από 128 χώρες, η Ελλάδα  είχε το μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα στο τρέχον καταγεγραμμένο επίπεδο εισοδήματος και στην «παραγωγική γνώση» που ενυπάρχει στα αγαθά που εξάγει . Η Ελλάδα χρωστά το εισόδημά της στον εξωτερικό δανεισμό που δεν μπορεί να αποπληρώσει. Δεν παράγει μηχανές, ηλεκτρονικές συσκευές και χημικά προϊόντα. Για κάθε 10 δολάρια ΗΠΑ στο παγκόσμιο εμπόριο πληροφορικής τεχνολογίας, η Ελλάδα αντιστοιχεί σε ένα σεντ.

 Αυτό το πρόβλημα δε μπορεί να αντιμετωπιστεί με κεϋνσιανά φορολογικά κίνητρα, με κάποια διευκόλυνση του εμπορίου ή με ψευτοϋποσχέσεις για δομική αναπροσαρμογή όπως εμμέσως προϋποτίθεται στη συμφωνία του Νοεμβρίου με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ασυνήθιστο στην Ευρώπη. Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, επίσης παλεύει με ένα δημοσιονομικό βάρος που προκλήθηκε από το σπάσιμο της στεγαστικής της φούσκας, αλλά κατάφερε να κινηθεί γρήγορα σε ένα πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, χάρη στη γνωστική βάση του ανταγωνιστικού της εξαγωγικού τομέα. Με άλλα λόγια, η Ιρλανδία έχει ό,τι χρειάζεται για να είναι τόσο πλούσια όσο είναι τώρα. 

Η Ελλάδα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τη διεθνή της υποστήριξη για να ελαττώσει αντί να αναβάλει τον πόνο της προσαρμογής. Χρειάζεται να διευρύνει την εξαγωγική της βάση, και να μην καθυστερήσει τις συνταξιοδοτικές και τις μισθολογικές περικοπές στο δημόσιο. Χρειάζεται να είναι έτοιμη να χρηματοδοτήσει ιρλανδικού τύπου θεσμούς που θα προσελκύσουν εν δυνάμει νέους εξαγωγείς και θα εγγυηθούν συγκεκριμένες επενδύσεις σε υποδομές, εργασιακή ειδίκευση, έρευνα κι ανάπτυξη. Αυτό θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί από την ΕΕ, αλλά αν όχι,  θα πρέπει να κάνει περικοπές από άλλα  (για να χρηματοδοτηθούν αυτοί οι θεσμοί).

 Η Ελλάδα είναι ένα καλό μέρος για να προσπαθήσει κανείς να αντιγράψει αυτά τα χαρακτηριστικά του ιρλανδικού μοντέλου. Έχουμε υπολογίσει πόσο εύκολο θα ήταν οι χώρες να κινηθούν προς την κατεύθυνση εξαγωγών πιο σύνθετων αγαθών. Η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση μετά την Ινδία σε αυτή τη διάσταση, μία ενθαρρυντική ανακάλυψη. Χρειάζεται να προσδιορίσει τη γνώση που λείπει και τις  υποδομές που απαιτούνται για νέες βιομηχανίες και να διασφαλίσει την παροχή τους, με τον τρόπο που το κάνει η Ιρλανδική Υπηρεσία Βιομηχανικής Ανάπτυξης. Το να βάζεις πόρους στη δημιουργία παραγωγικής βάσης για ένα πιο ανθηρό μέλλον είναι σημαντικότερο και λιγότερο επώδυνο απ’ το να τους σπαταλάς για να προστατέψεις ένα μη βιώσιμο παρελθόν. Δυστυχώς, αυτό το μάθημα δεν προσέχτηκε και η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα πιο κοντά στον γκρεμό.